προσπαθώ να μαντέψω από τι είναι φτιαγμένη.
Ένας δράκος φιλάει μια γοργόνα ξανθιά
κι η φωτιά του μπλεγμένη στα μακριά της μαλλιά.
Αλλά εκείνη κοιτάει μ' ένα βλέμμα καθάριο
το κενό που απλώνει μπροστά της γαλάζιο.
Σαν να θέλει να πει μια ιστορία κρυμμένη
σαν να θέλει να βγει από ‘κει κερδισμένη.
Μα ο δράκος κοντά του την κρατά με δεσμά,
κάποια αόρατα χέρια την «χαϊδεύουν» σφιχτά.
Τα φιλιά του την καίνε μα αυτή σιωπηλή
Περιμένει απ’ το χάος την ελπίδα να δει.
Καθισμένη στα βράχια ένα πνεύμα καλεί
μυστικά να την πάρει να γλιτώσει από ‘κει.
Είναι τ’ όνειρο κάθε απελπισμένης ψυχής
Που ζητάει από «σένα» τη ζωή της να δεις.
Να την σώσεις απ’ τα αγκάθινα σφιχτά της δεσμά
και του δράκου να πάρεις με σπαθί την καρδιά.
Να της δώσεις να πιει λυτρωμού αγνό ποτό
Κι όταν κλείσει τα μάτια…. να σε δει…. ζωντανό
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου